Έργο της θείας Λειτουργίας είναι η μεταβολή των δώρων που προσφέρουν οι πιστοί –του άρτου και του οίνου- σε σώμα και αίμα Χριστού. Και σκοπός της είναι ο αγιασμός των πιστών, οι οποίοι με τη θεία μετάληψη αποκομίζουν την άφεση των αμαρτιών τους, την κληρονομία της βασιλείας των ουρανών και κάθε πνευματικό αγαθό.
Σ’ αυτό το έργο και το σκοπό συμβάλλουν οι προσευχές, οι ψαλμωδίες, τα αγιογραφικά αναγνώσματα και όλα εκείνα που τελούνται και λέγονται στη διάρκεια της Λειτουργίας. Μέσα σ’ αυτά είναι σαν να βλέπουμε σ’ έναν πίνακα ζωγραφικής ολόκληρη τη ζωή του Χριστού, από την αρχή ως το τέλος της. Γιατί ο καθαγιασμός των δώρων, η ίδια δηλαδή η θυσία, διακηρύσσει το θάνατο, την ανάσταση και την ανάληψη Του, καθώς τα δώρα αυτά μεταβάλλονται στο ίδιο το σώμα του Κυρίου, σ’ αυτό που σταυρώθηκε, αναστήθηκε και αναλήφθηκε. Όσα προηγούνται της θυσίας, φανερώνουν τα γεγονότα που έγιναν από το θάνατο του Κυρίου, δηλαδή την έλευσή Του στον κόσμο, τη δημόσια εμφάνισή Του, τα θαύματα και τη διδασκαλία Του. Κι εκείνα που έπονται της θυσίας, συμβολίζουν την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος στους Αποστόλους, την επιστροφή των ανθρώπων στο Θεό και την κοινωνία τους μαζί Του.
Οι πιστοί που εκκλησιάζονται και συμμετέχουν σε όλα αυτά με προσηλωμένο το νου, γίνονται πιο σταθεροί στην πίστη, πιο θερμοί στην ευλάβεια και την αγάπη τους προς το Θεό. Με τέτοιες λοιπόν διαθέσεις αξιώνονται να πλησιάσουν και τη φωτιά των Μυστηρίων και να μεταλάβουν με κάθε ασφάλεια και οικειότητα.
Αυτό είναι συνοπτικά το νόημα της θείας Λειτουργίας. Ας την εξετάσουμε τώρα όσο μπορούμε λεπτομερέστερα, αρχίζοντας μ’ εκείνα που τελούνται στην αγία Πρόθεση. (Αγία Πρόθεση: Ειδικός χώρος που βρίσκεται αριστερά από την αγία Τράπεζα, όπου τοποθετούνται (προτίθενται- πρόθεση) τα δώρα που προσφέρουν (προσκομίζουν- προσκομιδή) οι πιστοί για τη θεία Ευχαριστία. Εδώ γίνεται η αναγκαία προετοιμασία τους από τον λειτουργό ιερέα.
Α) Γιατί δεν τοποθετούνται από την αρχή τα τίμια δώρα επάνω στο θυσιαστήριο
Γιατί δεν φέρονται ευθύς στο θυσιαστήριο τα στοιχεία της θυσίας και δεν θυσιάζονται, αλλά πρώτα αφιερώνονται σαν δώρα στον Θεό;
Αυτό γίνεται διότι στον παλαιό Νόμο προσφέρονταν στον Θεό θυσίες, σφαγές και αίματα αλόγων ζώων, προσφέρονταν και δώρα, π.χ. σκεύη χρυσά ή ασημένια. Το σώμα όμως του Χριστού φαίνεται να περιλαμβάνει και τα δύο. Διότι και θυσία έγινε όταν αργότερα θυσιάστηκε για χάρη της δόξας του Πατέρα, αλλά και ήταν από την αρχή αφιερωμένο στον Θεό ως πολύτιμο δώρο, διότι είχε παρθεί σαν απαρχή του ανθρωπίνου γένους, αλλά και διότι ήταν πρωτότοκος και συνεπώς αφιερωμένος στον Θεό κατά τον Νόμο (Εξ. 13,2).
Γι’ αυτό το λόγο τα προσφερόμενα, ο άρτος και ο οίνος, με τα οποία συμβολίζεται το σώμα του Κυρίου, δε φέρνονται ευθύς στο θυσιαστήριο για να θυσιαστούν. Αλλά η θυσία γίνεται έπειτα, ενώ πρωτύτερα αφιερώνονται στον Θεό σαν δώρα πολύτιμα, και τέτοια είναι και ονομάζονται.
Έτσι έκανε και ο Χριστός. Όταν πήρε στα χέρια Του άρτο και οίνο και τα παρουσίασε στον Θεό και Πατέρα Του, τα παρουσίασε προσφέροντας και αφιερώνοντάς τα σ’ Αυτόν ως δώρα. Και από πού φαίνεται αυτό; Από το ότι η Εκκλησία κάνει το ίδιο και τα ονομάζει δώρα. Δε θα το έκανε δε, αν δε γνώριζε ότι το έκανε ο Χριστός. Διότι άκουσε τον ίδιο να παραγγέλλει: «Τούτο ποιείτε» (Λουκ. 22, 19), και δεν θα τον εμιμείτο με ανομοιότητα.
Β) Γιατί δεν προσφέρεται ολόκληρος άρτος αλλά τμήμα
Ακόμη όμως πρέπει να εξηγήσουμε και αυτό: γιατί όχι όλους τους προσφερθέντες άρτους, αλλά μόνον εκείνον που κόβει ο ιερεύς, προσφέρει ως δώρο και αφιερώνει στον Θεό και τον φέρνει στο θυσιαστήριο για την ιερουργία;
Και τούτο είναι ιδίωμα της προσφοράς του Χριστού. Διότι τα άλλα δώρα, οι κάτοχοί τους τα ξεχώριζαν από τα άλλα πράγματα της ίδιας φύσεως και τα έφερναν στο ναό και τα παρέδιδαν στα χέρια των ιερέων, οι δε ιερείς τα δέχονταν, τα πρόσφεραν ή τα θυσίαζαν, ή έκαναν για το καθένα από τα δώρα ό,τι ταίριαζε σ’ αυτό.
Το σώμα όμως του Κυρίου, από τον ίδιο τον Χριστό ως Ιερέα χωρίστηκε από τα άλλα σώματα και προσφέρθηκε και ανυψώθηκε και αφιερώθηκε στον Θεό και τελικά θυσιάστηκε. Ο ίδιος ο Υιός του Θεού πήρε το σώμα Του για τον εαυτό Του, αφαιρώντας αυτό από το σύνολο της ανθρωπότητας. Αυτός ο ίδιος το έδωσε ως δώρο στον Θεό, θέτοντας αυτό στους κόλπους του Πατέρα, Αυτός που δεν χωρίστηκε ποτέ από τους κόλπους εκείνους, αλλά εκεί το έκτισε και το φόρεσε, ώστε συγχρόνως με την πλάση του να είναι και δοσμένο στον Θεό. Και τελευταία το οδήγησε και στο σταυρό και το θυσίασε.
Γι’ αυτό το λόγο, τον άρτο που μέλλει να μεταβάλει σ’ εκείνο το σώμα, ο ίδιος ο ιερεύς τον αποκόπτει από τους άλλους άρτους και τον αφιερώνει στον Θεό, τοποθετώντας τον μέσα στο ιερό θυσιαστήριο και τον θυσιάζει.
Γ) Γιατί ο ιερεύς χαράζει επάνω στον άρτο τα σύμβολα του πάθους του Χριστού
Ο άρτος λοιπόν που αποκόπηκε, εφόσον μένει στην πρόθεση, είναι απλός άρτος. Μόνο αυτή την ιδιότητα έχει, ότι αφιερώθηκε στον Θεό και έγινε δώρο, οπότε συμβολίζει τον Χριστό σ’ εκείνη την ηλικία που είχε γίνει δώρο στον Θεό. Έγινε δε δώρο από την ίδια την γέννησή Του, όπως προείπαμε, διότι και κατά την γέννησή Του ήταν δώρο, αφού ήταν πρωτότοκος.
Επειδή όμως τα πάθη που υπέμεινε ύστερα ο Χριστός για τη σωτηρία μας στο σώμα Του εκείνο, η σταύρωση και ο θάνατος, είχαν περιγραφεί πρωτύτερα προφητικώς από τους παλιούς, γι’ αυτό ο ιερεύς εδώ, πριν φέρει στο θυσιαστήριο τον άρτο για να τον θυσιάσει, φροντίζει να δείξει πρωτύτερα επάνω σ’ αυτόν τα διάφορα εκείνα σύμβολα. Και με ποιον τρόπο; Την στιγμή που ξεχωρίζει τον άρτο από τους άλλους άρτους και τον κάνει δώρο, γράφει επάνω σ’ αυτόν σαν επάνω σε ζωγραφικό πίνακα το πάθος και τον θάνατο του Χριστού. Και όλα όσα τελεί, άλλα από αναγκαιότητα πρακτική και άλλα επίτηδες, τα υποτάσσει σ’ αυτό το συμβολισμό. Έτσι, όσα γίνονται τότε, είναι μια διήγηση, στην πράξη, των σωτηρίων παθών και του θανάτου του Κυρίου.
Αυτό ήταν παλιά συνήθεια, με την πράξη να διηγούνται καμιά φορά και να παρακινούν και να προφητεύουν. Έτσι έκανε και ο Προφήτης, που θέλοντας να υποδηλώσει την αιχμαλωσία των Εβραίων, έδεσε τον εαυτό του (Ιεζ. 3, 25). Και ο Άγαβος ύστερα έκανε το ίδιο για να υποδηλώσει τα δεσμά του Παύλου (Πραξ. 21, 11). Και κάποιος, λένε, από τους θεοφόρους Πατέρες που ερωτήθηκε τι είναι μοναχός, δεν αποκρίθηκε τίποτε, αλλά έβγαλε το ένδυμά του και το καταπάτησε.
Έτσι και τον ίδιο το θάνατο και την όλη Οικονομία του Κυρίου οι παλιοί, όχι μόνο με λόγια, αλλά και με έργα προανήγγελλαν και μάθαιναν από τον Θεό, όπως ήταν η ράβδος του Μωυσή που έσχιζε στα δύο τη θάλασσα (Εξ. 14, 16 και 21), και η βάτος που έθαλλε μέσα στις φλόγες (Εξ. 3, 2), και ο Ισαάκ που οδηγήθηκε από τον πατέρα του για σφαγή (Γεν. 22, 1 – 13), και όλα τα άλλα, με τα οποία συμβόλιζαν από την αρχή το μυστήριο.
Αυτά φαίνεται να τελεί ο ιερεύς. Εκφράζει με λόγια ή αναπαριστά με πράξεις εκείνα που γνωρίζει για τη θυσία εκείνη, όσο είναι δυνατό να τα δείξει αυτά σε τέτοιο υλικό, σχεδόν σαν να λέγει: «Έτσι ήρθε προς το πάθος ο Κύριος, έτσι πέθανε, έτσι κεντήθηκε με τη λόγχη στην πλευρά, έτσι από την πληγωμένη πλευρά χύθηκε τότε το νερό και το αίμα εκείνο».
Ο σκοπός που κάνει αυτά ο ιερεύς είναι για να δείξει, όπως είπα, ότι πριν από αυτές τις αλήθειες και πραγματικότητες υπήρξαν προηγουμένως προτυπώσεις και περιγραφές, που τις φανέρωναν εκ των προτέρων στους ανθρώπους. Έτσι και ο ίδιος, πριν φέρει τον άρτο στο θυσιαστήριο και τον θυσιάσει, χαράζει επάνω σ’ αυτόν τα σύμβολα της θυσίας, φανερώνοντας ότι ο άρτος αυτός βιάζεται να μεταβληθεί σ’ εκείνον τον αληθινό Άρτο, τον εσταυρωμένο, τον θυσιασμένο. Κοντά σε όλα αυτά - επειδή πρέπει να διακηρύττουμε τον θάνατο του Κυρίου (Α’ Κορ. 11, 26) -, για να μην παραλείψει κανένα τρόπο αγγελίας και διηγήσεως αυτού για το οποίο θα χρειαζόμασταν μυριάδες στόματα, ο ιερεύς τον διηγείται και με λόγια και με πράξεις.
Πηγή: Ερμηνεία της Θείας Λειτουργίας, Αγίου Νικολάου Καβάσιλα - Εκδόσεις "Το Περιβόλι της Παναγίας"
|