Του Π. Δημητρίου Αθανασίου
Ο ερευνητής της πνευματικής πορείας του σύγχρονου ορθόδοξου πληρώματος στέκεται με σεβασμό ενώπιον ορισμένων ασκητικών και ιδιαίτερα νηπτικών πατέρων της εποχής μας. Οι πατέρες αυτοί προικισμένοι με το χάρισμα της πνευματικής κυοφορίας, αναγέννησης και καθοδήγησης ψυχών, υιοθέτησαν το ασκητικό ήθος και το ησυχαστικό φρόνημα των παλιότερων φιλοκαλικών.
Επέκτειναν στις μέρες μας το παιδαγωγικό, συμβουλευτικό και εν γένει αναγεννητικό τους έργο. Έγιναν οι σύγχρονοι πνευματικοί πατέρες νέων σε ηλικία ανθρώπων, οι αναμορφωτές του σύγχρονου μοναστικού ρεύματος αλλά και οι σύμβουλοι της σύγχρονης νεοελληνικής οικογένειας.
Συνέχισαν δηλαδή την παράδοση της πνευματικής πατρότητας.
Κοινό γνώρισμά τους όμως είναι ότι αγάπησαν ιδιαίτερα τον Σαρκωμένο Θεό, ένιωσαν βαθιά το μήνυμά του και προσπάθησαν να το μεταδώσουν ζωντανό στον διψασμένο κόσμο.
Η προσωπικότητα του πολυσέβαστου Γέροντα Εφραίμ του Βατοπαιδινού
εμπίπτει σε αυτήν ακριβώς την κατηγορία των νεώτερων καθοδηγητικών μορφών.
Δυστυχώς όμως ο μισόκαλος διάβολος, μέσα στην πρακτική της ηθικής εξόντωσης μεγάλων προσωπικοτήτων, χρησιμοποιώντας την διαβολή, την συκοφαντία και τον διασυρμό, κατόρθωσε να ρίξει τόνους λάσπη στο πρόσωπο του Γέροντα.
Έτσι ο Γέροντας χαρακτηρίστηκε «μπίζνεσμαν», «άνθρωπος των εφοπλιστών και τραπεζιτών», «φίλος, αλλά και πνευματικός πατέρας επιφανών πολιτικών, ικανότατος real estate manager», εκπρόσωπος του σύγχρονου ρεύματος του εκκοσμικευμένου μοναχισμού κ.α. Kαι παρουσιάστηκε μέσα από κάποια καθοδηγούμενα μέσα μαζικής ενημέρωσης ως ο πιο επικίνδυνος εγκληματίας των τελευταίων 100 ετών στη χώρα, με απεριόριστες δυνατότητες φυγής και απόδρασης, με συνωμοτικές ιδιότητες και με ακραίας μορφής ικανότητες υπεξαίρεσης.
Στο άρθρο που ακολουθεί γίνεται μια προσπάθεια καταγραφής ορισμένων πτυχών της πληθωρικής προσωπικότητας του Γέροντα, όπως διαμορφώνεται μέσα από κείμενα και ομιλίες του Γέροντα, συζητήσεις και προσωπικές εμπειρίες του γράφοντος.
Η προσπάθεια αυτή είναι εκ προοιμίου ατελής.
Αποτελεί όμως μια απόπειρα (ίσως και η πρώτη ) σκιαγράφησης της πνευματικής-ποιμαντικής φυσιογνωμίας του Γέροντα Εφραίμ του Βατοπαιδινού.
Τούτο πιστεύω ότι επιβάλλεται, μετά τα τελευταία λυπηρά γεγονότα, που για μια ακόμα φορά καταρράκωσαν δυστυχώς και Ιερούς Θεσμούς αλλά και το ίδιο το πρόσωπο του Γέροντα.
Σύντομη βιογραφική «ιχνηλασία» του Γέροντα Εφραίμ του Βατοπαιδινού
Ο Γέροντας Εφραίμ ο Βατοπαιδινός (κατά κόσμο Βασίλειος Κουτσού) γεννήθηκε το 1956 στην Περιστερωνοπηγή Αμμοχώστου στην Κύπρο.
Οι γονείς του, Σωτήρης και Βασιλική Κουτσού είχαν άλλα τέσσερα παιδιά, ενώ ο πατέρας του είχε ακόμα άλλα δύο παιδιά από την πρώτη του γυναίκα, Παντελού. Από μικρός είχε δείξει την αγάπη του στην Εκκλησία, αφού υπηρετούσε στην εκκλησία του χωριού του, παρακολουθούσε μαθήματα βυζαντινής μουσικής και εκδήλωσε την πρόθεσή του να ιερωθεί.
«… η ψυχή του Γέροντα παιδιόθεν φλεγόταν από τον θείο έρωτα και διακρινόταν για την αγάπη του, τη γλυκύτητα και πραότητά του, την προσήνεια και την απλότητά του, την αλληλεγγύη προς όλους και τη συμπαράσταση στους αδυνάτους, την ευγένεια και τη γενναιοδωρία της ψυχής του. Φιλάνθρωπος από παιδί, αγαπητός σε όλους, με έμφυτο το χάρισμα της επικοινωνίας.
Στην τάξη μας ήταν ο πιο συμπαθής στους καθηγητές μας, λόγω της οξύνοιας, του δυναμισμού, του αλτρουισμού του, του ανοικτόκαρδου χαρακτήρα του, της αίσθησης του χιούμορ που τον διέκρινε, της ευγένειας των αισθημάτων του, μα κυρίως λόγω της σοβαρότητάς του, της ωριμότητας, της υπευθυνότητας και της ενσυναίσθησης που τον διέκριναν.
Δεν εμφιλοχώρησε ποτέ στην καρδιά του η επιπολαιότητα, ποτέ δεν τον θυμάμαι να έκανε οποιαδήποτε ατασθαλία ή παράπτωμα, ούτε ποτέ ως νέος παρασύρθηκε. Είχε ένα και μόνο στόχο και δεν παρεξέκλινε ποτέ από την πορεία του. Ήθελε να ιερωθεί. Και αψηφούσε ειρωνείες και χλευασμούς, όπως ακριβώς και τώρα… που δεν τον αγγίζουν οι μικρότητες και οι ποταπότητες, αντίθετα προσεύχεται γι’ αυτούς που μηχανορραφούν εις βάρος του και πνέουν μένεα εναντίον του….» (Ζήνα Λυσάνδρου Παναγίδη-Φιλολόγου, συμμαθήτρια του Γέροντα).
Αφού τελείωσε τον κύκλο της μέσης εκπαίδευσης στο Γυμνάσιο Λευκονοίκου, εισήχθη στην Ιερατική Σχολή Απόστολος Βαρνάβας στην Λευκωσία για να παρακολουθήσει μαθήματα με απώτερο σκοπό την Ιεροσύνη.
Εντούτοις, μετά την Τουρκική εισβολή στην Κύπρο το καλοκαίρι του 1974, εκδιώκεται μαζί με την οικογένειά του από το χωριό του και βρίσκουν καταφύγιο στο χωριό Τερσεφάνου της επαρχίας Λάρνακας.
Κατά την διάρκεια της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο, ο πατέρας του και δύο από τα μεγαλύτερα αδέρφια του πιάνονται αιχμάλωτοι από τους Τούρκους.
Ο πατέρας του από τότε αγνοείται.
Μετά την τουρκική εισβολή και την προσφυγιά, ο τότε κατά κόσμος Βασίλειος γράφτηκε στο Τμήμα Θεολογίας στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, από το οποίο αποφοίτησε το 1978.
Κατόπιν, επέστρεψε στην ιδιαίτερή του πατρίδα τη Κύπρο και δίδαξε ως καθηγητής για κάποιο διάστημα στην Ιερατική Σχολή “Απόστολος Βαρνάβας” στην Λευκωσία
Ο νεαρός θεολόγος Βασίλειος είχε στενή επαφή με την Εκκλησία και τον Μοναχισμό στην Κύπρο. Τότε (1979) γνωρίζεται και με τον Γέροντα Ιωσήφ τον μετέπειτα λεγόμενο Βατοπαιδινό και εντάσσεται στην συνοδεία του στην Ιερά Μονή Τιμίου Σταυρού Μίνθης.
Στις 26 Οκτωβρίου του 1981 επιστρέφει στο Άγιον Όρος μαζί με την συνοδεία του Γέροντα Ιωσήφ και παραμένει στο Σιμωνοπετρίτικο κελλί του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου στην Καψάλα μέχρι τις 23 Απριλίου 1982, που μεταβαίνει και πάλι στην Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου.
Το 1982 ο κατά κόσμον Βασίλειος Κουτσού κείρεται σε Εφραίμ Μοναχό στην Μονή Αγίου Παύλου και ακολούθως το 1983 χειροτονείται Ιεροδιάκονος και κατόπιν Ιερομόναχος
Τον Αύγουστο του 1983 εγκαταβιώνει με την υπόλοιπη συνοδεία του Γέροντα Ιωσήφ στην καλύβη του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου στην Νέα Σκήτη.
Ο Γέροντας Ιωσήφ ο Βατοπαιδινός διηγείται:
Μετά το θάνατο του Γέροντα Ιωσήφ (του Ησυχαστή) το 1959, μέχρι το 1979 παρέμεινα στην ήσυχη ασκητική ζωή του Αγίου Όρους. Το 1979 ζήτησα την ευλογία από τον Γέροντα Παϊσιο, επειδή ήμασταν σύγχρονοι, να επιστρέψω στην Κύπρο για να ενισχύσω το φρόνημα του καταπονημένου από την εισβολή λαού της πατρίδας μου Κύπρου.
…Το όνομα του Γέροντά μου, Γέροντα Ιωσήφ του Ησυχαστή, είχε γίνει πλέον ευρέως γνωστό, όχι μόνο στο Άγιον Όρος, αλλά και εκτός αυτού και εκλεκτοί νέοι άρχισαν να στρέφονται προς το μοναχισμό, ως αποτέλεσμα της γνωριμίας τους με τα προαναφερθέντα πνευματικά του παιδιά, αλλά και της έκδοσης επιστολών του Γέροντα Ιωσήφ προς πνευματικά του παιδιά, από την Ιερά Μονή Φιλοθέου, με τίτλο «Εκφραση Μοναχικής Εμπειρίας» και λίγο αργότερα, από την έκδοση του βίου του, που συνέγραψα, αναξία χειρί, ο ελάχιστος εγώ.
Στο διάστημα που ήμουν στην Κύπρο (γύρω στο 1979) ήρθαν κοντά μου για να διδαχθούν τη μοναχική ζωή ο νυν Μητροπολίτης Λεμεσού Αθανάσιος, που τότε ήταν Ιεροδιάκονος, φοιτητής Θεολογίας και αγαπητό πνευματικό παιδί του Αρχι¬ε¬πισκόπου Κύπρου Χρυσοστόμου, ο νυν Γέροντας Εφραίμ, τότε καθηγητής Θεολογίας στην Ιερατική Σχολή της Εκκλησίας της Κύπρου «Απόστολος Βαρνάβας», και ο Γέροντας Γερμανός ο οποίος διετέλεσε «Πρωτεπιστάτης» του Αγίου Ὀρους. Ήρθαν και άλλοι μονα¬χοί, άρχισε να μεγαλώνει ση¬μαντικά η αδελφότητα και αρχίσαμε να αντιμετωπίζουμε δυσκολίες από τον τοπικό Επίσκοπο, ενώ παράλληλα οι νέοι είχαν σφοδρή επιθυμία και ζήλο να βιώσουν την ασκητική ζωή του Αγίου Όρους. Έτσι αποχωρήσαμε από την Κύπρο για να εγκατασταθούμε στο Άγιον Όρος αρχικά, προσωρινά στην Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου, όπου κατετάγη στην αδελφότητά μας το 1982 ο νυν μοναχός Αρσένιος, και στη συνέχεια στη Νέα Σκήτη.
Στην Ιερά Μονή Βατοπαιδίου. Ο Λύχνος επί την Λυχνία.
«…Το 1988 μας κάλεσαν, επειδή ήμασταν ήδη μια μεγάλη αδελφότητα, με πολλές δυνατότητες, οι ελάχιστοι Γέροντες της Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου και μας ζήτησαν να επανδρώσουμε τη Μονή τους, γιατί αυτοί ήταν λίγοι και μεγάλης ηλικίας.
Το 1990 το Οικουμενικό Πατριαρχείο και η Ιερά Κοινότητα, μετά από αίτησή μας, μετέτρεψε την Ιερά Μονή από ιδιόρρυθμη σε κοινοβιακή και ενθρόνισε τον εκλεγέντα από την αδελφότητα πρώτο Ηγούμενο Γέροντα Εφραίμ, ο οποίος εξελέγη αφενός γιατί ήταν το πλέον
εκλεκτό από τα πνευματικά μου παιδιά και αφετέρου μπορούσε να εκλεγεί Ηγούμενος, γιατί ήταν Ιερομόναχος.
(Γέροντας Ιωσήφ Βατοπαιδινός-Τελευταία Απολογία-Απόσπασμα)
Τον Απρίλιο του 1990, την Κυριακή των Μυροφόρων, ο Ιερομόναχος Εφραίμ προχειρίζεται σε Αρχιμανδρίτη και ενθρονίζεται Ηγούμενος της Ιεράς Μονής Βατοπαιδίου.
Ο Γέροντας Εφραίμ περιγράφει ως εξής την κατάσταση στην οποία βρήκε το μοναστήρι όταν πρωτοήρθε :
...«Όταν ήρθαμε εδώ, είδαμε τις στέγες να τρέχουν νερά, υγρασία παντού, στα σκευοφυλάκια υπήρχαν πεταμένα πράγματα όπως τα κειμήλια και οι εικόνες, τα οποία ήταν γεμάτα από υγρασία. Εγώ τότε ήμουν 34 ετών και όταν μπήκα σε αυτό το Μοναστήρι είπα: «Παναγιά μου, πως θα τα βγάλουμε πέρα!!».
«Έμεινα όμως έκπληκτος από την μεγαλοπρέπεια την ιεροπρέπεια του χώρου. Eδώ βρίσκεται αισθητά η Χάρις της Παναγίας μας, εδώ υπάρχουν εφτά θαυματουργικές εικόνες Της, υπάρχει η Αγία Ζώνη η οποία κάνει πάρα πολλά θαύματα. Πραγματικά νιώσαμε ότι αυτό το μοναστήρι είναι μεν ερειπωμένο και διαλυμένο, αλλά πρέπει να βρεθούν άνθρωποι να ασχοληθούν μαζί του για να το αναδείξουν». Και συνεχίζει.
Επισκεπτόμενος το Αρχονταρίκι της Μονής διαπίστωσα κάτι πολύ οδυνηρό. Νεαροί που βρίσκονταν εκεί και εξυπηρετούσαν τους προσκυνητές, αφού οι μοναχοί της παλιάς αδελφότητας ήταν πολύ γέροι, είχαν σε πολύ ένταση ένα ραδιόφωνο και άκουγαν τραγούδια. Αυτό το γεγονός με λύπησε πολύ και αμέσως πήγα στον Γέροντα Ιωσήφ και του είπα:
-Γέροντα, η κατάσταση εδώ είναι μια τραγωδία. Θα γίνει μοναστήρι αυτό;
Ο Γέροντας Ιωσήφ με εμψύχωσε κατάλληλα και μου συνέστησε να πάω να προσευχηθώ. Θυμήθηκα τον παπα-Εφραίμ τον Κατουνακιώτη, που για να κάνει οτιδήποτε έπρεπε να πάρει πληροφορία μέσα από την προσευχή. Πήγα και κλείστηκα για πολλή ώρα στο παρεκκλήσιο της Παναγίας της Παραμυθίας, δίπλα στο Καθολικό της Μονής. Για αρκετή ώρα προσευχόμουν μπροστά στην εικόνα της Παναγίας και ζητούσα πληροφορία από την Θεοτόκο για το τι μέλλει γενέσθαι σε αυτό το εγκαταλελειμμένο μοναστήρι.
Κάποια στιγμή, την ώρα της προσευχής αισθάνθηκα ένα κύμα ευωδίας να έρχεται από την εικόνα της Παναγίας της Παραμυθίας.
Σε λίγο ακούγεται από την εικόνα την ίδια την Παναγία να λέει:
-Μη φοβάσαι. Είμαι εγώ εδώ.
Σκιαγραφώντας την προσωπικότητα του Γέροντα Εφραίμ
Α.Το εκκλησιαστικό του ήθος.
Ο Γέροντας ως Φορέας της ησυχαστικής-φιλοκαλικής Παράδοσης που κληρονόμησε από τον πνευματικό του πατέρα Γέροντα Ιωσήφ, στέκεται με ιδιαίτερο σεβασμό στα ιερά Θέσμια της Ορθόδοξης Παράδοσης.
Γι’ αυτόν η Ορθόδοξη Παράδοση δεν είναι λογικές διδασκαλίες, αλλά είναι η ζωή της Ορθόδοξης Εκκλησίας, όπως εκφράζεται στα Μυστήρια της Εκκλησίας, ιδιαίτερα στην θεία Ευχαριστία, στην Αγία Γραφή, στα δόγματα, στους ιερούς Κανόνες, στα κείμενα των αγίων Πατέρων και γενικά σε όλη την εκκλησιαστική ζωή
Έτσι τονίζει, ότι δεν πρέπει να εμποτιζόμαστε και εμείς οι Κληρικοί από το «πνεύμα» του κόσμου, αλλά να ζούμε σύμφωνα με την διδασκαλία του Χριστού, των Αποστόλων και των Πατέρων.Με την διαρκή μελέτη και την πνευματική καθοδήγηση που θα δεχόμαστε και εμείς από τους Πνευματικούς Πατέρες, θα πρέπει να διαχωρίζουμε σαφέστατα τι είναι ορθόδοξο και τι δεν είναι, ποιά είναι η ουσία της Ορθοδόξου Παραδόσεως και τι κινείται εκτός αυτής, ποιά είναι η διαφοροποίηση της Ορθοδόξου διδασκαλίας από την διδασκαλία των άλλων Ομολογιών, ποιά είναι η διάκριση που υφίσταται μεταξύ της Ορθόδοξης θεολογίας και των άλλων θρησκευμάτων.
Πρέπει να καθοδηγούμε με αγάπη, διάκριση και μεθοδικότητα τους Χριστιανούς να ζουν πραγματικά μέσα στον χώρο της Εκκλησίας, με μετάνοια, πίστη και φόβο Θεού, με εκκλησιαστικό φρόνημα. Δεν πρέπει να αρκούμαστε απλά στην τέλεση των ιερών Ακολουθιών και την τέλεση των αγίων Μυστηρίων, αλλά θα πρέπει να διδάσκουμε και την μεθοδολογία την οποία έχει η Ορθόδοξη Εκκλησία για την συνάντηση με τον Θεό.
Και αυτή η μεθοδολογία είναι η κατά Χριστόν άσκηση, που συνίσταται στην κάθαρση, τον φωτισμό και την θέωση.
Πρέπει να αγωνιζόμαστε να διασφαλίζουμε την ιερότητα της τέλεσης των Μυστηρίων της Εκκλησίας. Να μην επιτρέπουμε, όσο εξαρτάται από μας, να εκκοσμικεύονται τα Μυστήρια της Εκκλησίας και να θεωρούνται κοινωνικά γεγονότα και κοσμικές εκδηλώσεις.
Όσοι είμαστε Πνευματικοί Πατέρες να εξασκούμε το έργο της πνευματικής πατρότητας με φόβο Θεού και εκκλησιαστικό φρόνημα. Να καθοδηγούμε ορθόδοξα τα πνευματικά μας παιδιά, τα οποία να θεωρούμε παιδιά του Θεού και να τα καταρτίζουμε ως καλά μέλη της Εκκλησίας και όχι ως οπαδούς που θα προβαίνουν σε αντιεκκλησιαστικές ενέργειες.
«Τριάντα περίπου χρόνια έζησα κοντά στον μακαριστό Γέροντά μας Ιωσήφ τον Βατοπαιδινό. Πάρα πολλές φορές είχα την δυνατότητα και κατ’ ιδίαν αλλά και στις κοινές κατηχήσεις με όλη την Αδελφότητα να ακούσω τους λόγους του που προέρχονταν από τις πνευματικές εμπειρίες και τα βιώματα των πολλών ασκητικών αγώνων του. Ευχαριστώ τον Θεό για αυτή Του την εύνοια.
Επίσης ευχαριστώ τον Θεό και για ένα άλλο λόγο• ότι ευρισκόμενος τόσο κοντά στον Γέροντα είχα την δυνατότητα να παρατηρώ πώς αντιδρούσε πνευματικά στις θλίψεις, στους διωγμούς και τις συκοφαντίες που επέτρεψε ο Θεός στον ίδιο, όπως αυτός έλεγε πάντα, για τις αμαρτίες του.
Είχα επίσης την υϊκή πνευματική αναίδεια να τον ρωτώ με παρρησία για τις κρυφές πνευματικές διαθέσεις που είχε όχι μόνο στις δύσκολες στιγμές της ζωής του αλλά και στις πνευματικές παρηγορίες που ο Κύριος χάριζε πλούσια στην τόσο πιστή και ενάρετη ψυχή του……Οι κατηχήσεις και τα ασκητικά βιώματά του είναι η πνευματική παρακαταθήκη του, που μας οδηγούν από την γη στον ουρανό και από τον θάνατο στην ζωή, εάν βεβαίως γίνουμε μιμητές κατά τις φτωχικές μας δυνάμεις των πράξεων και λόγων του.».(Απόσπασμα ομιλίας)
Το χάρισμα της πνευματικής Πατρότητας
Τo χάρισμα της πνευματικής πατρότητας και η πνευματική συγκρότηση του Γέροντα αποδεικνύονται μέσα απo τη συστοίχισή του με την γεροντική ‐ ασκητικοπατερική παράδοση, τη διδασκαλία του περι του πνευματικού Πατέρα ως οδηγού, στη συναίσθηση της αμαρτίας και στη διαδικασία του πνευματικού τοκετού για τη γέννηση του θείου λόγου μέσα στην ανθρώπινη καρδιά.
Μία μαρτυρία του δημοσιογράφου Χρίστου Μιχαηλίδη
«Με τον ηγούμενο Εφραίμ βρεθήκαμε και συζητήσαμε δύο φορές. Δεν ήταν συνέντευξη. Δεν την ήθελε. Επιθυμία του μόνο ήταν «να συνομιλήσουμε ελεύθερα, να ιδείτε και σεις τι γίνεται εδώ πάνω, και γράψτε ό,τι θέλετε».
Αυτό, ακριβώς, κάναμε.
Ολονυκτία εξομολογήσεων
Την πρώτη νύχτα στο Βατοπέδι υπήρχε αγρυπνία προς τιμήν του Αγίου Ευδοκίμου, του Βατοπεδινού, του αποκαλούμενου και «μυροβλήτου». Όλο το βράδυ, ο ηγούμενος Εφραίμ βρισκόταν σ’ ένα μικρό δωμάτιο που συνδεόταν με το ιερό της εκκλησίας, όπου γινόταν η λειτουργία, και εξομολογούσε κόσμο. Έβγαινε ο ένας, έμπαινε ο άλλος. Και όσοι έβγαιναν, έμοιαζαν συγκλονισμένοι από την εμπειρία. Αρκετοί τη διηγούνταν μάλιστα σε γνωστούς και φίλους. Ήμουν κοντά, όλη την ώρα, και μου διηγούνταν και μένα.
Έλεγαν ότι ο γέροντας, όπως όλοι τον αποκαλούν, τους φανέρωσε πράγματα από την προσωπική τους ζωή που μόνον εκείνοι γνώριζαν, και τους έδινε συμβουλές (πρακτικού αλλά και χριστιανικού περιεχομένου, δηλαδή να προσεύχονται, να νηστεύουν, να έρθουν κοντύτερα στην Εκκλησία, όπως τους έλεγε),για το πώς να αντιμετωπίσουν το όποιο πρόβλημα» .(ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 1/11/2008)
Β.Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΩΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ.
1. H Αγάπη του Γέροντος για το Άγιο Όρος.
«Το Άγιο Όρος είναι εμπειρία Θεού. Κατ’ ουσίαν το Άγιον Όρος έχει ένα σκοπό. Να φιλοξενεί φιλόθεους ψυχάς που αγωνίζονται για να ομοιάσουν με τον Θεό. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι οι οποίοι έρχονται εδώ για ν’ ακολουθήσουν μετά πάσης ακρίβειας και λεπτομερείας τον Χριστό μας, συμβάλουν ώστε αυτός ο τόπος να είναι κέντρο εφαρμογής κι επαληθεύσεως της ευαγγελικής διδασκαλίας. Αυτό είναι το Άγιον Όρος. Πολλοί αναρωτιούνται: Είναι σήμερα εφαρμόσιμο το Ευαγγέλιο; Μπορεί η Διδασκαλία του Χριστού να εφαρμοσθεί από τους σύγχρονους ανθρώπους; Κι εμείς απ’ εδώ, τώρα, σήμερα τους απαντούμε μ’ ένα τρόπο εμπειρικό: Μάλιστα, το Ευαγγέλιο είν’ εφικτό να το κατέχουν όλοι. Είν’ εφαρμόσιμο, εφαρμόζεται. Αυτό κάνουμε ως μοναχοί. Το εφαρμόζουμε κι εμπειρικό το παρουσίαζουμε στους ανθρώπους. Αυτή είναι η σημασία του Αγίου Όρους . Από εμπειρία λέμε ότι η ασφάλεια του ανθρώπου είναι να βιώσει τον Θεόν ακολουθώντας την ορθόδοξη παράδοση.
…Είναι όντως τόπος εμπειρίας του Θεού, διότι οι αθωνίται μοναχοί που το οικούν, έχουν στόχο τους τον αγιασμό. Λέγοτας αγιασμόν, εννοούμε βιώματα πνευματικά, βιώματα της χάριτος. Τα μοναστήρια του και τα λοιπά ιερά σκηνώματα του είναι κέντρα επαληθεύσεως της ευαγγελικής διδασκαλίας. Πώς επαληθεύεται η ευαγγελική διδασκαλία; Δια των προσωπικών βιωμάτων. Σήμερα που η αμαρτία για τους πολλούς έχει γίνει άρτος ημέρας τε και νυκτός, υπάρχει εν τούτοις διακαής πόθος πολλών εξ αυτών να δουν αγίους ανθρώπους. Μέγας ο πόθος… γι’ αυτό έρχονται συχνά-πυκνά και ρωτούν: Υπάρχει σήμερα, πάτερ, κάποιος στο Άγιον Όρος που έχει προορατικό χάρισμά; κάποιος με διορατικό; Θέλουμε να δούμε κάποιον ασκητή , κάποιον ενάρετο Γέροντα κλπ. Όλ’ αυτά καταδεικνύουν τον διακαή πόθο τους να συναντήσουν κάποιον άγιον άνθρωπο. Επίσης εδώ στο Άγιον Όρος εξομολογούνται με κάποιαν άνεσιν οι άνθρωποι, μακριά από την τρυφή και τις συνήθεις χωροταξικές αναστολές… κι εμείς οι μοναχοί έχουμε περισσότερο χρόνο να τους δούμε και να τους ακούσουμε. Ε, όλ’ αυτά συντελούν στην ανάπτυξη της πνευματικής αυτής επικοινωνίας. Αυτή η συνεχής βία του εαυτού μας, η συνεχής προσκόλληση στη λατρεία του Θεού, η συνεχής ενατένιση και ο θείος πόθος που έχουμε, οδηγούν στο επιθυμητό. Μερικοί μάλιστα που επιδίδονται κατά έναν ιδιαίτερο τρόπο στην επικοινωνία μετά του Θεού, έχουν εμπειρίες του Θεού. Αυτοί δίδουν σωστή μαρτυρία με τρόπο εμπειρικό, βιωματικό , προβληματίζοντας σωστά τους ανθρώπους.»
(Απόσπασμα συνέντευξης)
2.Ιδιαίτερος σεβασμός στην Θεομήτορα.
«..Η Παναγία μας μέσα στην ορθόδοξη Λατρεία για το «θεότευκτο, πνευματικό κάλλος της, το αμήχανο και απερίγραπτο» την παναγιότητα, την αναμαρτησία της μεγαλύνεται με υπέροχους και θεολογικωτάτους ύμνους, εγκωμιάζεται με υψηλούς, αποκαλυπτικούς και δυσπρόσιτους στην κοινή ανθρώπινη διάνοια λόγους. Σε Αυτήν απευθύνονται πύρινες προσευχές. Δεν αποδίδουμε την οφειλόμενη τιμή προς την Κυρία Θεοτόκο, αν ομολογούμε ότι ήταν άπλα ενάρετη και έζησε με ταπείνωση και υπακοή και δεν ομολογούμε το ανώτερο• ότι έζησε αναμάρτητα. Δεν ζηλοτυπεί ο Χριστός, δεν υποβιβάζουμε το πρόσωπο Του ως μοναδικό Δημιουργό και Σωτήρα του κόσμου αν ομολογούμε ότι η Παναγία Μητέρα Του είναι αναμάρτητη, όχι βέβαια κατά φύση άλλα κατά προαίρεση. Χρειάζεται να αποβληθεί η φοβία που προέρχεται από προτεσταντίζουσα επιχειρηματολογία, ότι τιμώντας το πρόσωπο της Παναγίας την διαχωρίζουμε από τον Χριστό, από το μυστήριο της ενανθρωπήσεως. Τιμή και προσκύνηση προς την Παναγία δεν σημαίνει αποδοχή της Ρωμαιοκαθολικής Μαριολατρίας. Η ορθόδοξη διδασκαλία για την Θεοτόκο ομιλεί και ερμηνεύει την ορθή θέση της μέσα στην Εκκλησία.
Ο πανάγιος βίος, η αναμαρτησία της Παρθένου, που έγινε αφορμή για να γίνει Θεοτόκος Θεομήτωρ εξηγούν αυτήν την ιδιαίτερη θέση Της, που ομολογούμε ότι έχει μετά τον Θεό και πάνω από τους αγγέλους και τους αγίους. Με την υποστατική ένωση της θείας και ανθρωπίνης φύσεως στο πρόσωπο του Χριστού και την δημιουργία της θεανθρωπίνης οικογενείας και κοινωνίας, η Παναγία γίνεται η Μητέρα της καινής κτίσεως.
Η Παναγία μας είναι το «μεθόριον μεταξύ κτιστής και ακτίστου φύσεως», η «μετά Θεόν θεός, η τα δευτερεία της Τριάδος έχουσα», η «τιμιωτέρα των Χερουβείμ και ενδοξότερα ασύγκριτος των Σεραφείμ», η «αγία αγίων μείζων», αυτή που «δύναται πάντα όσα θέλει» και μόνο σε αυτήν οφείλουμε «δουλική προσκύνηση, λατρευτική βέβαια προς τον Θεό και τιμητική προς τους αγίους». Γι’ αυτό, νομίζω, δεν θα είμαστε έκτος του πνεύματος των αγίων Πατέρων μας, αν απευθύνουμε το εφύμνιο προς την Παναγία μας:
«Χαίρε, αναμάρτητε Θεόνυμφε Δέσποινα»….
«..Το άβατο του Αγίου Όρους είναι παραδοσιακός θεσμός αιώνων πολλών. Το λέω και το ξαναλέω με έμφαση. Δεν έχουμε οι μοναχοί complex με τις γυναίκες, όπως νομίζουν μερικοί. Τρανή απόδειξη είναι ότι στο Άγιο Όρος τιμάται τόσο πολύ η Γυναίκα, η Παναγία… Το πρόσωπό της είναι στην καρδιά μας συνεχώς. Εν τω μέσω ημών. Εδώ είναι το Περιβόλι Της. Οι θαυματουργικές παρουσίες της Παναγίας στο Άγιο Όρος, κατά την υπερχιλιετή ιστορία του, είναι τόσες πολλές, που δεν είναι σε κανένα άλλο μέρος. Νιώθουμε την Παναγία και τους εαυτούς μας όπως «όρνις και τα νοσσία αυτής». Είναι η Μητέρα Μας, η Καθηγουμένη μας, η Έφορος και η Προστάτις μας…
H Παναγία έχει επικυρώσει το άβατο.
Εμείς εδώ στο παρεκκλήσιο του Αγίου Δημητρίου έχουμε την Παναγία την Αντιφωνήτρια. Η Αντιφωνήτρια λοιπόν αντιφώνησε στην θυγατέρα του Μεγάλου Θεοδοσίου Πλακιδία, που ήρθε εδώ να θαυμάσει τα έργα του πατέρα της:
-«Αποχώρησε Πλακιδία. Εδώ εγώ είμαι η Βασίλισσα! Το Άγιο Όρος είναι ανδρικός Παρθενών. Πρέπει να αποχωρήσεις».
Η Παναγία λοιπόν με την θαυματουργική παρουσία Της επικυρώνει το άβατο του Αγίου Όρους, πράγμα που γίνεται για καθαρά πνευματικούς λόγους…
Είναι η κατ΄εξοχήν προστάτις των μοναχών. Ζήτησε σαν χάρισμα από τον Υιό της να είναι η κατ΄εξοχήν Προστάτις του Μοναχισμού. Δεν είναι τυχαίο το ότι η Αθωνική Πολιτεία ονομάζεται Περιβόλι της Παναγίας … Η Παναγία μας ,όπως τονίζει ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς είναι η κατ΄εξοχήν ασκήτρια, η ησυχάστρια, μπορώ να πω η πρώτη Μοναχή. Γι΄αυτό και οι μοναχοί της έχουμε ιδιαίτερη ευλάβεια. Γι’ αυτό και οι Αγιορείτες μόλις αναφέρουμε το όνομά της ,δονείται η ψυχή μας από την κατάνυξη και την βαθιά υϊκή αγάπη και τιμή που έχουμε στο υπερύμνητο πρόσωπό της ».
3.Ο Γέροντας ως σύγχρονος δάσκαλος και ανανεωτής του Ορθοδόξου Αγιορείτικου Μοναχισμού.
«…..Τα μοναστήρια σε κάθε ορθόδοξη χώρα είναι κέντρα διαφύλαξης της παράδοσης και της θρησκείας στην οποία πιστεύουν.
Ένα τέτοιο μοναστήρι είναι και η Ιερά Μονή Βατοπεδίου. Διαφυλάσσει ακέραια την παράδοση του γένους και υπηρετεί την ορθοδοξία. Πιστεύω ότι αυτό είναι μια μεγάλη προσφορά, καθρέφτης του γένους μας και κιβωτός των ορθοδόξων παραδόσεων. Και είναι πραγματικά τιμή της Ελλάδας για όλους, όσοι μας επισκέπτονται, απλοί πολίτες αλλά και ηγέτες κρατών». (Συνέντευξη στην εφημερίδα «Ελευθεροτυπία της Κυριακής», 16/5/2010)
Ο ίδιος πιστά προσηλωμένος πρωτίστως στη «Νηστεία – αγρυπνία προσευχή και στην άοκνον διακονία» εντός και εκτός του Αγιωνύμου Όρους δημιούργησε μεγάλη μοναστική αδελφότητα. Η Μονή Βατοπαιδίου σήμερα έχει επανδρωθεί από 120 Μοναχούς, στο μεγαλύτερο μέρος τους αποφοίτους Πανεπιστημίων.
Η σημασία του Μοναχισμού.
«Η σημασία του Μοναχισμού σήμερα είναι αυτή που ήτο πάντοτε:
Να αποτελεί και να δίνει μαρτυρία για την ευαγγελική Αλήθεια και για την ορθόδοξη πνευματική παράδοση. Ο σκοπός του Μοναχισμού είναι να οδηγήσει τον άνθρωπο κοντά στον Θεό, στον ύψιστο δυνατό βαθμό και με τον ασφαλέστατο τρόπο. Αυτό, στη γενική ιδεολογική σύγχυση που επικρατεί σήμερα, κάνει ίσως πιο επίκαιρο τον Μοναχισμό. Η ευαγγελική Αλήθεια πρέπει όχι μόνο να διδάσκεται με δογματική ακρίβεια και πληρότητα, αλλά πρέπει και να επιδεικνύεται βιούμενη. Επίσης η ορθόδοξη παράδοση δικαιώνεται εφ’ όσον η εφαρμογή της οδηγεί τον άνθρωπο στη θέωση και αυτό δεν είναι κάτι που μπορεί ν’ αποκρυβεί. Τουλάχιστον όχι για πάντα…
Ο Μοναχισμός είναι -σύμφωνα με τους Αγίους Πατέρας- κατάσταση πνευματική. Στους κύκλους του Μοναχισμού ο άνθρωπος μπορεί να έχει μία μεγάλη, μία βαθειά εμπειρία περί του Θεού. Δυστυχώς ο Μοναχισμός είναι παρεξηγημένος σήμερα από πολλούς, οι οποίοι νομίζουν ότι ο θεσμός φιλοξενεί απελπισμένους,ερωτικώς απογοητευμένους, δειλούς, ιδιόρρυθμους sui generic, ριψάσπιδες της ζωής. Όλ’ αυτά δεν ανταποκρίνονται στην αλήθεια, διότι ο Μοναχισμός φιλοξενεί ανθρώπους οι οποίοι πραγματικά ποθούνε ν’ ασκητεύσουν, ν’ αγωνισθούν, να βιάσουν τον εαυτό τους. Γνωρίζεις την παροιμία «βαριά η καλογερική». Αυτό ο λαός μας δεν το είπε τυχαίως, αλλά είναι καρπός μεγάλης εμπειρίας. Ο Μοναχισμός για να είναι σωστός, πρέπει α περάσει από τρεις γέφυρες: Τη γέφυρα της αποταγής, τη γέφυρα της παρθενίας και τη γέφυρα της υπακοής. Η ακτημοσύνη, η παρθενία και η υπακοή δεν είναι μικρά πράγματα, ιδιαίτερα σήμερα στον αιώνα που ζούμε. Για ν’ ασκήσει κανείς τις αρετές αυτές, οπωσδήποτε χρειάζεται την παρουσία της υπέρ φύσιν χάριτος.
Κάποιοι γονείς, συγγενείς αδελφών, κατηγορούν εμάς εδώ – από άγνοια ασφαλώς- ότι προσηλυτίζουμε ανθρώπους. Αυτό, πόσον αφίσταται της αλήθειας…δεν προσηλυτίζουμε ανθρώπους. Όμως έναν νέο που προσέρχεται, είμαστε υποχρεωμένοι να του ερμηνεύσουμε-ενώπιον Θεού- τι σημαίνει Μοναχισμός. Ο Μοναχισμός είναι ένα απόρρητο, ένα μεγάλο μυστήριο. Ο άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης λέγει ότι η προσφορά του Μοναχισμού δεν είναι να έχει μοναχούς να φιλοξενούν απλώς τον κόσμο και να τον παραμυθούν με διάφορα λόγια, που ασφαλώς κι αυτό είναι μέσα στους σκοπούς του Μοναχισμού. Ο Μοναχισμός κατ’ ουσία προσφέρει , αν μέσα στους κύκλους του υπάρχουν μοναχοί οι οποίοι καθαρίζουν την καρδιά τους, γεύονται την απάθεια, δέχονται τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, αποκτούν δύναμη προσευχής. Στο απολυτίκιο του καθηγητού της ερήμου αγίου Αντωνίου, λέει μεταξύ άλλων: «…Ευχαίς σου την οικουμένην εστήριξας…». Ένας μοναχός ο οποίος έχει δύναμη προσευχής, οπωσδήποτε συντηρεί τον κόσμο! Αυτή είναι η απόρρητος προσφορά του Μοναχισμού την οποίαν αγνοούν, διότι απλούστατα δεν έχουν μελετήσει τον Μοναχισμό. Συχνά- όπως είπα και πριν- πολλοί μας φαντάζονται εκκεντρικούς, ιδιοτελείς, ιδιόρρυθμους που καταφεύγουμε εδώ διότι τάχα δεν μπορούμε να συνεργαστούμε με τον κόσμο!… Όταν κάποιος επισκεφθεί τον Άγιον Όρος- που είναι κατ’ εξοχήν εν ενεργεία μοναστική πολιτεία που υπάρχει στην Ορθοδοξία- βλέπει την πραγματική εικόνα. Δόξα τω Θεώ, σήμερα το Άγιον Όρος είναι σε ανοδική πορεία, με χίλιους οκτακόσιους μοναχούς.
Όλα τα μοναστήρια μας είναι κοινοβιακά, ήρθαν στην πατερική γραμμή με πρώτο το Βατοπαίδι το οποίο- ας το πούμε έτσι – ήταν το κέντρο της ιδιορρυθμίας.
(…)………………………………………………………………………………..
Ο μοναχισμός δεν διδάσκει μίσος προς τους ανθρώπους, δεν προτείνει περιφρόνηση των ανθρώπων, αλλά φυγή από τα αίτια κα τα αιτιατά. Δεν αποστρέφεται τους ανθρώπους, όχι! Αν μερικοί φεύγοντας δεν το λένε στους γονείς τους, αυτό γίνεται διότι δεν μπορούνε να το αντέξουνε οι γονείς.» (Απόσπασμα συνέντευξης του Γέροντα).
Πιστεύω ότι σήμερα είναι η ώρα του Μοναχισμού! Όχι διότι ο Μοναχισμός θέλει να μοναστικοποιήσει τον κόσμο αλλά επειδή ο Μοναχισμός δι’ ενός εμπειρικού μηνύματος θέλει να προβληματίσει σοβαρά τον κόσμο ο οποίος άγεται και φέρεται από την ψυχρή λογική. Ο Μοναχισμός θέλει γόνιμα να συνταράξει τον σύγχρονο άνθρωπο και αυτό γίνεται μόνο δια του εμπειρικού βιώματος, δεν γίνεται δια των απλών λόγων, δια της θεωρίας δηλαδή. Βλέπεις ότι και σήμερα οι άμβωνες δεν σιγούν και όμως ο λαός ζητά και κάτι άλλο. Χθες ήρθε κάποιος ευλαβής ιερεύς εξ Αθηνών. Μου είπε ότι η ενορία του έχει πενήντα χιλιάδες ψυχές. Απ’ αυτούς εκκλησιάζονται οκτακόσιοι,το πολύ χίλιοι άνθρωποι! « Οι δε εννέα , πού;» κάποιος πρέπει να τους πει, να τους δώσει να καταλάβουν ότι η κύρια αποστολή του καθενός είναι η σωτηρία της αθανάτου ψυχής του και όχι η ακατάσχετη υλοφροσύνη. Σ’ αυτό πολύ μας βοηθεί η εμπειρία των σύγχρονων εναρέτων ανθρώπων, η εφηρμοσμένη Θεολογία η βιωματική.
(……….)
Η ζωή του μοναχού θέλει αγώνα, πίστη, αποφασιστικότητα, ελπίδα. Ένας άνθρωπος που προσέρχεται στον Μοναχισμό απλώς γιατί έξω έχει προβλήματα, είναι καταδικασμένος ν’ αποτύχει. Το πρόγραμμα της ζωής του μοναχού, η σκληρή εργασία, οι πολύωρες ακολουθίες, η αδιάκριτη υπακοή που χρωστά στους προϊσταμένους του και η πνευματική εργασία που πρέπει να επιτελέσει, δεν κάνει τη μοναχική ζωή κατάλληλη για δειλούς ανθρώπους που θέλουνε να βολευτούν ή να ξεχάσουν ή έστω να περάσουν μια ήσυχη ζωή.»
Η διδακτική και κηρυγματική διακονία του Γέροντα αποκαλύπτει ένα ενδιάθετο λόγο που εκφράζεται με μεγαλοπρέπεια, στοχαστικότητα και πειστικότηα.
Ο Γέροντας έχει επίγνωση της υπεύθυνης και ηγετικής θέσης, ώστε να καθοδηγεί το λογικό του ποίμνιο «εν νομή αγαθή» και στην «αυλή των προβάτων», με σαφή χριστοκεντρικό προσανατολισμό.
4.Η Λειτουργική εμπειρία σαν βίωμα του Γέροντα.
Η Θεία Λατρεία, σαν ψυχοσωματικό γεγονός, προσδιορίζει τις σχέσεις του ανθρώπου με τον Θεό. Είναι δε για τον Γέροντα Εφραίμ «καιρός ἀποκαλύψεων» κατά τον οποίο ο Κύριος αποκαλύπτει τον εαυτό Του «στους χειμαζομένους υπό πειρασμών μαθητές Του ‐όπως τότε στην τρικυμισμένη Τιβεριάδα ‐ κατά το μέτρο της προσωπικής τους νηπτικής προετοιμασίας». Πλημμυρισμένος από τα κύματα της λειτουργικής χάριτος (που του έδιναν διαφορετικές μορφές στην όψη του -όσοι τον ζήσαμε ως συλλειτουργοί) ζητά από τα τέκνα του να κρατούν τη θεία λατρεία σε επίπεδο υψηλό, ζωντανό, μεγαλόπρεπο, ενθουσιαστικό, κατανυκτικό.
Με τρόπο απλό, παιδαγωγικό, κατηχητικό, παρακλητικό και πάντοτε μυσταγωγικό, ο Γέροντας αποκαλύπτει τα μυστήρια του Θεού με πλήρη αίσθηση βεβαιότητας, αλήθειας και αυθεντικότητας, «παριστών τῷ Θεῷ» τόν ἑαυτό του καί τά τέκνα του «θυσίαν ζῶσαν εὐάρεστον τῷ Θεῷ»
Η θεία λατρεία είναι για τον Γέροντα, το μοναδικό και αιώνιο δώρο του Θεού προς την Εκκλησία Του, «η οδός προς τα πνευματικά αθλήματα, η εναγώνια προσδοκία της ελεύσεως και της οράσεως του Ηγαπημένου».
5.Το άνοιγμα προς τους νοσταλγούς της Ορθοδοξίας
O Γέροντας είναι ένας βαθύτατα «καθολικός» άνθρωπος με ενοποιό συνείδηση και οικουμενικό προσανατολισμό. Δεν διακρίνεται από παθογόνο πνευματικό «επαρχιωτισμό» αλλά παραμένει ένας κοσμοπολίτης του Πνεύματος.
Απ’ όλη την υφήλιο νέοι μοναχοί εισοδεύοντας την πύλη της μετανοίας έρχονται και εγκαταβιώνουν «εις τον επίγειον τε και τον επουράνιον κλήρον της Θεοτόκου, στην Ιερά Μονή Βατοπαιδίου, μέτοχοι γινόμενοι αἰωνίου δόξης και θεωροί της άνω ζωής,της μιας Βασιλείας…».
Δεν περιόρισε ποτέ τη μετάδοση του βιώματός του σ’ έναν στενό κύκλο πνευματικών τέκνων του αλλά με μια πρωτόγνωρη πνευματική ευρυχωρία –«πλατυσμόν» καρδίας άνοιξε τους θησαυρούς της ορθόδοξης βιωτής, σε κείνους που ζούσαν τη νοσταλγία της αυθεντικής χριστιανικής παράδοσης.
Δεν διακρίναμε ποτέ πνεύμα ευσεβιστικού ηθικισμού, αλλά καταδεκτικά, υπομονετικά και σταθερά οδηγούσε τους αληθινούς προσκυνητές του Θεού «επί τας πηγάς των υδάτων», να Τον γνωρίσουν «εν Πνεύματι και αληθεία». Άνοιξε τις πύλες του μοναστηριού με αγάπη σε πλήθος επισκεπτών, οι οποίοι ζώντας από κοντά τη ζωή των μοναχών, ανακαλύπτουν ένα κόσμο «άλλης βιοτής» της αιωνίου.
Απόσπασμα ρεπορτάζ του Χρήστου Μιχαηλίδη στην εφημερίδα Ελευθεροτυπία
«..Λένε πως έχει μετατρέψει το Βατοπέδι σε «ξενοδοχείο 5 αστέρων» που, εκτός από πολιτικούς «πρώτης γραμμής», φιλοξενεί πολλούς εύπορους επισκέπτες, κυρίως επιχειρηματίες και φίλους τους από την Κύπρο, και κατά τακτά χρονικά διαστήματα «επιφανείς εκ του εξωτερικού», με χαρακτηριστικό «εκπρόσωπο» τον πρίγκιπα Κάρολο.
«Γιατί θα πρέπει να ενοχοποιούμαι και γι’ αυτό;», μας λέει ο ηγούμενος Εφραίμ. «Μόνος του ζήτησε και ήρθε στη μονή μας. Δεν τον προσέγγισα εγώ, πώς θα μπορούσα άλλωστε; Περίμενε, όπως όλοι, για να εξομολογηθεί. Μέσα στη νύχτα, ώρα προχωρημένη. Κάθισε εδώ που βλέπετε, όπως όλοι. Μου άνοιξε την ψυχή του. Τον άκουσα. Τον αισθάνθηκα. Και του μίλησα. Όπως σε όλους. Γονάτισε μπροστά μου, και προσευχήθηκα γι’ αυτόν. Δεν είναι άραγε τιμή της μονής, που έρχεται εδώ ένας άνθρωπος άλλης εθνότητας, άλλης θρησκείας και κοσμοθεωρίας, και ζητεί να προσεγγίσει τη δική μας»
(Χρ. Μιχαηλίδης-ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ).
6.Πνευματική αξιοπρέπεια, απλότητα, μετριοφροσύνη και πνευματική αρχοντιά
Ο Γέροντας, σαν γνήσιος Μαθητής του Χριστού και ποτισμένος με το πνεύμα της πραότητας του Ιησού, αυτό τον δρόμο εξέλεξε στην ζωή του και αυτό συνιστά εμπράκτως, σαν τρόπο ζωής στα πνευματικά του τέκνα.
Η μορφή του, η παρουσία του, οι εκδηλώσεις της ζωής του είναι μια «σιωπώσα παραίνεσις» απλότητας και ταπείνωσης, χωρίς ίχνη Μεγαλοϊδεατισμού και υποκρισίας.
Η γνωριμία και οι συζητήσεις του γράφοντος με τον Γέροντα αποτέλεσαν ένα σταθμό ζωής. Ο Γέροντας είναι ένα πρόσωπο απόλυτα προσηλωμένο στην Ορθόδοξη Παράδοση, που μπορεί να ακούει προσεχτικά, να συμβουλεύει και να καθοδηγεί συνδυάζοντας την απλότητα με την πνευματική αρχοντιά, κάτι που δεν συναντάμε εύκολα στον εκκλησιαστικό χώρο.
Όποιος τον γνωρίσει από κοντά, πολύ εύκολα μπορεί να διαπιστώσει ότι το μεγαλείο του Γέροντα βρίσκεται απλά στην μετριοφροσύνη του, που δεν είναι χαλκευμένη ταπεινοφροσύνη, ταπεινοσχημία δηλαδή.
Είναι ένας αρχοντικός άνθρωπος, ο οποίος αποπνέει «οσμή εὐωδίας πνευματικής, ευωδίας Χριστού», που δεχόταν και δέχεται με τον ίδιο τρόπο και με την ίδια αρχοντιά και εκκλησιαστικούς και πολιτικούς άρχοντες αλλά και τους απλούς πιστούς. Πάντοτε είναι προσεκτικός, μετρημένος, τακτικός, συνετός.
Τό στέρεο βήμα του και οι κινήσεις του ιδιαίτερα κατά την ώρα της Θείας Λειτουργίας, στο άγιο Βήμα, στο θρόνο, στο στασίδι, στην τράπεζα, στους διαδρόμους της μονής, παντού μετέδιδαν μια μεγαλοπρεπή ιεροπρέπεια.
Είναι χριστοτερπής στους τρόπους του, διαπεραστικός στο βλέμμα, διαγνωστικός στο λόγο του, «Φιλόκαλος κι ευσχήμων», απεχθανόμενος κάθε τι προκλητικό, ανεπίκαιρο και πομπώδες
Διαθέτει, ανθρωπιά, απλότητα, αμεσότητα γλυκύτητα στη συμπεριφορά και στην καθημερινή αναστροφή του.
Η προσωπικότητα του Γέροντα Εφραίμ του Βατοπαιδινού ανήκει στις σύγχρονες πατερικές μορφές, που ανέλαβαν το έργο της καθοδήγησης ψυχών, υιοθετώντας το ασκητικό ήθος και το ησυχαστικό φρόνημα των Αγίων Πατέρων της Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Αναδείχθηκε πνευματικός πατέρας του σύγχρονου Ορθόδοξου Μοναχισμού και σύμβουλος της νεοελληνικής οικογένειας συνεχίζοντας μια μακραίωνη παράδοση της πνευματικής πατρότητας.
Η παρουσία του Γέροντα Εφραίμ συνιστά ένα πνευματικό θησαυρό για την εποχή μας και παρακαταθήκη ζωής για εκείνους που συνεχίζουν να αξιοποιούν την διδασκαλία του ως ανεξάντλητο πνευματικό πλούτο και ως αναντικατάστατη πνευματική κληρονομιά.
Είμαστε βέβαιοι ότι η Προστάτιδα και Έφορος του Αγίου Όρους, η Κυρία Θεοτόκος, η «Επιτρέπουσα στην Συνοδεία του Γέροντα Ιωσήφ, να καταστεί διαχειριστής της «Μάνδρας του Βατοπαιδίου», θα προστατεύσει και τώρα το γνήσιο τέκνον Της. Εμείς απλά ας την παρακαλέσουμε:
—————————————————–
«Εμπεριστάτων αρραγής προστασία,
αδικουμένων επιβράβευσις θεία,
των ασθενών ιάτειρα